pauker.at

Griechisch γερμανικά weise

μετάφρασε !
φίλτραSeite < >
DeutschGriechischκατηγορίαTyp
das Weiße Haus pol
(weiß)
ο Λευκός Οίκος m / o levkós íkos
weise σοφός (σοφή, σοφό) / sofósAdjektiv
Dekl. leerer Stimmzettel
m

(Wahl)
λευκή ψήφος f
(λευκός) ({wörtl.: weiße Stimme})
Substantiv
Weise(r) m, Weise
f
σοφός m, σοφή f / sofós, sofíSubstantiv
in gleicher Weise, genauso
(gleich)
κατά τον ίδιο τρόπο
(ίδιος) (τρόπος)
auf diese Art und Weise με αυτό τον τρόπο / me avtó ton trópo
(τρόπος)
gebührend, angemessen, in angemessener Weise, pflichtgemäß δεόντως / dheóndosAdverb
Art f, Weise f; Manieren f,pl; Tongeschlecht
n
τρόπος m / tróposSubstantiv
Es gab immer wieder Probleme mit dem Chef, die wir auf diese Weise umgehen können.
Arbeit / (Problem)
Υπήρξαν πάντα προβλήματα με το αφεντικό, πού κατ´ αυτόν τόν τρόπο μπορούμε ν´αποφύγουμε.
(πρόβλημα) (τρόπος) (μπορώ) (αποφεύγω)
weiß
Farben
άσπρος / λευκός - áspros, levkós
(άσπρη, άσπρο) (λευκή, λευκό) (χρώμα)
Adjektiv
αποτέλασμα χωρίς εγγύηση Generiert am 27.11.2024 3:55:57
νέα συνεισφοράέλεγχος εγγραφώνIm Forum nachfragenandere Quellen Häufigkeit
Ä
  <-- Eingabehilfe einblenden - klicken