pauker.at

Griechisch γερμανικά unerbittlich

μετάφρασε !
φίλτραSeite < >
DeutschGriechischκατηγορίαTyp
unerbittlich
(unerbittlicher, unerbittliche, unerbittliches)
αμείλικτος, αμείλιχτος / amíliktos, amílichtos
(αμείλικτη, αμείλικτο) (αμείλιχτη, αμείλιχτο)
Adjektiv
αποτέλασμα χωρίς εγγύηση Generiert am 27.11.2024 1:37:44
νέα συνεισφοράέλεγχος εγγραφώνIm Forum nachfragenandere Quellen Häufigkeit
Ä
  <-- Eingabehilfe einblenden - klicken