pauker.at

Griechisch γερμανικά schwach

μετάφρασε !
φίλτραSeite < >
DeutschGriechischκατηγορίαTyp
schwach (körperlich) αδύναμοςAdjektiv
zart [Farbe], schwach, fahl αχνός / achnós
(αχνή, αχνό)
schwach, unwohl, unpässlich (geh)
(schwacher, schwache, schwaches)
ανήμπορος / aníboros
(ανήμπορη, ανήμπορο)
mager, schlank, schwach; unmöglich αδύνατος (-η, -ο) / adhínatos
(αδύνατη, αδύνατο)
schwach, vage, blass [Farbe, Erinnerung], trüb [Licht] αμυδρός (-ή, -ό) / amidhrós
(αμυδρή, αμυδρό)
Adjektiv
Schwachstelle f, schwacher Punkt m αδύνατο σημείο n / adhínato simíoSubstantiv
αποτέλασμα χωρίς εγγύηση Generiert am 27.11.2024 16:16:11
νέα συνεισφοράέλεγχος εγγραφώνIm Forum nachfragenandere Quellen Häufigkeit
Ä
  <-- Eingabehilfe einblenden - klicken