pauker.at

Griechisch γερμανικά Wochen

μετάφρασε !
φίλτραSeite < >
DeutschGriechischκατηγορίαTyp
innerhalb von zwei Wochen
Frist / (Woche)
μέσα σε δυο βδομάδες (/ εβδομάδες)
(εβδομάδα)
Ich bin drei Wochen geblieben.
Aufenthalt, Reise / (Woche) (bleiben)
Πέρασα (/ κάθισα) τρεις εβδομάδες.
(περνώ) (κάθομαι) (εβδομάδα)
Es hatte nicht einmal zwei Wochen angehalten (/ gedauert).
Zeitangabe / (anhalten) (dauern) (Woche)
Δεν είχε κρατήσει (→ κρατώ) ούτε δυο εβδομάδες.
(εβδομάδα)
gestern nahm er an seinem ersten Wettkampf m teil nach Wochen harten Trainings
n

Sport / (teilnehmen) (Training)
χτες (/ χθες) έπαιρνε μέρος στον πρώτο του αγώνα m, μετά από εβδομάδες σκληρής προπόνησης f
(παίρνω μέρος) (προπόνηση)
Substantiv
Dekl. Woche
f
εβδομάδα f, βδομάδα f / ewdhomádhaSubstantiv
αποτέλασμα χωρίς εγγύηση Generiert am 16.01.2025 2:14:39
νέα συνεισφοράέλεγχος εγγραφώνIm Forum nachfragenandere Quellen Häufigkeit
Ä
  <-- Eingabehilfe einblenden - klicken