pauker.at

Griechisch γερμανικά Flüsse

μετάφρασε !
φίλτραSeite < >
DeutschGriechischκατηγορίαTyp
Dekl. Fluss
m
ποταμός m, ποτάμι n / potamós, potámiSubstantiv
beitragen (zu), beisteuern; zusammenfließen (Flüsse) συμβάλλω (συνέβαλα, συμβλήθηκα) / simwállo
Berlin liegt an der Spree.
Städte, Flüsse / (liegen)
Το Βερολίνο βρίσκεται στον ποταμό Σπρε.
(βρίσκομαι) (ποταμός)
αποτέλασμα χωρίς εγγύηση Generiert am 27.11.2024 19:07:03
νέα συνεισφοράέλεγχος εγγραφώνIm Forum nachfragenandere Quellen Häufigkeit
Ä
  <-- Eingabehilfe einblenden - klicken