pauker.at

Griechisch γερμανικά Eichhörnchen

μετάφρασε !
φίλτραSeite < >
DeutschGriechischκατηγορίαTyp
(sehen:) Ηast du das Eichhörnchen im Garten gesehen? (βλέπω:) Tον είδες το σκίουρο m, Akk στο κήπο;
(κήπος) / Ton ídhes to skíuro sto kípo?
Das Eichhörnchen flüchtet vor dem Hund und klettert auf einen Baum.
(flüchten) (klettern)
Ο σκίουρος ξεφεύγει από τον σκύλο και σκαρφαλώνει σ’ ένα δέντρο.
(ξεφεύγω) (σκαρφαλώνω) (σκύλος)
Nest n; Kobel m (Eichhörnchen) φωλιά f / foliáSubstantiv
Das Eichhörnchen hat ein schönes Fell n.
(schön)
Ο σκίουρος έχει ένα όμορφο τρίχωμα n.
(όμορφος)
Eichhörnchen sind im Allgemeinen intelligente (/ clevere) und hartnäckige Tiere.
(intelligent) (clever) (hartnäckig) (Tier)
Οι σκίουροι είναι γενικά έξυπνα και επίμονα ζώα.
(σκίουρος) (έξυπνος) (επίμονος) (ζώο)
In England hat das Grauhörnchen das heimische Eichhörnchen (sciurus vulgaris) verdrängt.
(verdrängen)
Στην Αγγλία ο γκρι σκίουρος έχει εκτοπίσει το γηγενές είδος του σκίουρου (sciurus vulgaris).
(εκτοπίζω) (γηγενής)
Eichhörnchen können trainiert werden, aus der Hand des Menschen zu fressen.
(trainieren) (Mensch)
Οι σκίουροι μπορούν να εκπαιδευτούν να τρώνε από το χέρι του ανθρώπου.
(σκίουρος) (εκπαιδεύω) (τρώω) (ανθρώπος)
Eichhörnchen, die in Parks und Städten leben, lernen, dass der Mensch eine Quelle für Fertiggerichte ist.
(Park) (Stadt) (Fertiggericht)
Οι σκίουροι που κατοικούν σε πάρκα και πόλεις μαθαίνουν πως ο άνθρωπος είναι πηγή έτοιμου φαγητού.
(σκίουρος) (κατοικώ) (πάρκο) (μαθαίνω) (έτοιμος) (φαγητό)
In den Wäldern Großbritanniens sind ungefähr 140 Tausend rote Eichhörnchen übriggeblieben, die meisten davon in Schottland.
(Wald) (Großbritannien)
Απομένουν στα δάση της Μεγάλης Βρετανίας περίπου 140.000 κόκκινοι σκίουροι, οι περισσότεροι εκ των οποίων στην Σκωτία.
(απομένω) (δάσος) (σκίουρος) (Μεγάλη Βρετανία)
Eichhörnchen sind Allesfresser. Sie fressen eine Vielzahl von Nahrung pflanzlichen Ursprungs, sowie Insekten, Eier und sogar kleine Vögel.
(pflanzlich) (Ursprung) (Insekt) (Ei)
Οι σκίουροι είναι παμφάγοι, τρώνε μια μεγάλη ποικιλία τροφών φυτικής προέλευσης, καθώς και εντόμων, αυγών ακόμη και μικρών πουλιών.
(σκίουρος) (παμφάγος) (τρώω) (μεγάλος) (τροφή) (προέλευση) (έντομο) (αβγό) (πουλι)
Eichhörnchen sind beliebte Charaktere in vielen Cartoons wie "Chip and Dale" (dt.: A-Hörnchen und B-Hörnchen) von Disney.
Comics / (beliebt) (Charakter) (Cartoon) (viel)
Οι σκίουροι είναι δημοφιλείς χαρακτήρες σε πολλά καρτούν, όπως οι "Τσιπ και Ντέηλ" του Ντίσνεϋ.
(σκίουρος) (δημοφιλής) (χαρακτήρας) (πολύς)
Dekl. Eichhörnchen
n

Tiere, Nagetiere
σκίουρος m / skíurosSubstantiv
Dekl. Eichhörnchen
n

Tiere, Nagetiere
βερβερίτσα f / werwerítsaSubstantiv
Der Beginn des Frühjahrs ist die schwierigste Zeit für Eichhörnchen, da die vergrabenen Nüsse zu keimen beginnen und nicht mehr verfügbar sind als Nahrung.
(Frühjahr) (schwierig) (vergraben) (Nuss)
(σκίουρος:) Οι αρχές της άνοιξης είναι η δυσκολότερη περίοδος για τους σκίουρους, καθώς τα θαμμένα καρύδια αρχίζουν να φυτρώνουν και δεν είναι πια διαθέσιμα για τροφή.
(αρχή) (άνοιξη) (δύσκολος) (θάβω, θαμμένος) (αρχίζω) (φυτρώνω) (διαθέσιμος) (διαθέσιμος)
Trotz der Tatsache, dass sie von vielen als Schädlinge betrachtet werden, sind Eichhörnchen liebe Tiere dank des süßen Aussehens, ihrer anmutigen Bewegungen und der Angewohnheit, Nüsse zu sammeln.
(betrachten) (lieb) (süß) (Aussehen) (Nuss) (anmutig) (Bewegung)
Παρά το γεγονός πως θεωρούνται από αρκετούς βλαβεροί, οι σκίουροι είναι αγαπητά ζώα, χάρις στην γλυκύτατη εμφάνιση τους, τη χαριτωμένη τους κίνηση και τη συνήθεια να μαζεύουν καρύδια.
(θεωρώ) (βλαβερός) (αρκετός) (αγαπητός) (γλυκός) (χαριτωμένος) (μαζεύω) (καρύδι) (σκίουρος)
Das Grauhörnchen ist Träger eines tödlichen Virus, für den es jedoch Immunität besitzt. Das rote Eichhörnchen andererseits stirbt zu einem hohen Prozentsatz, wenn es mit dem Virus infiziert wurde.
(tödlich) (sterben) (hoch) (infizieren)
Ο γκρι σκίουρος κουβαλάει έναν θανατηφόρα ιό για τον οποίο όμως ο ίδιος έχει ανοσία. Ο κόκκινος σκίουρος από την άλλη πεθαίνει σε μεγάλα ποσοστά αν μολυνθεί (→ μολύνω) από τον ιό.
(κουβαλώ) (θανατηφόρος) (ιός) (πεθαίνω) (ποσοστό)
Eichhörnchen oder Eichkätzchen ist der volkstümliche Name für ein kleines Säugetier (Sciurus vulgaris) aus der Familie der Hörnchen (Sciuridae). Der Name leitet sich von den griechischen Worten "σκιά" (Schatten) und "ουρά" (Schwanz) ab.
(volkstümlich) (klein) (ableiten) (griechisch)
Σκίουρος ή βερβερίτσα είναι το κοινό όνομα μικρού θηλαστικού της οικογένειας Σκιουρίδες. Το όνομα αυτό προέρχεται από την ελληνικές λέξεις σκιά και ουρά.
(κοινός) (μικρός) (θηλαστικό) (οικογένεια) (προέρχομαι) (ελληνικός) (λέξη)
αποτέλασμα χωρίς εγγύηση Generiert am 16.01.2025 20:41:31
νέα συνεισφοράέλεγχος εγγραφώνIm Forum nachfragenandere Quellen Häufigkeit
Ä
  <-- Eingabehilfe einblenden - klicken